Translation glossary: Nick Lingris

Creator:
Filter
Reset
Showing entries 151-180 of 180
« Prev
 
rights-heavy / rights-heaviness[με] έμφαση στα ατομικά δικαιώματα / στα δικαιώματα των πολιτών 
angielski > grecki
rump stateκουτσουρεμένο κράτος 
angielski > grecki
rushesαμοντάριστα πλάνα (ταινίας) 
angielski > grecki
satisfierπαράγοντας ικανοποίησης, μέσο ικανοποίησης 
angielski > grecki
showback or chargebackαπλή εμφάνιση ή χρέωση (δαπανών νέφους) 
angielski > grecki
single-peakedμονοκόρυφες [προτιμήσεις] 
angielski > grecki
situated observationεμπλαισιωμένη παρατήρηση 
angielski > grecki
social / societal. socially / societallyκοινωνικός / κοινωνιακός. κοινωνικά / κοινωνιακά 
angielski > grecki
soil-like residueεδαφοειδή υπολείμματα / κατάλοιπα 
angielski > grecki
springboardingμε κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών 
angielski > grecki
staggered operational sequenceαλληλουχία κλιμακωτής λειτουργίας 
angielski > grecki
State Treasurerυπουργός οικονομικών της πολιτείας 
angielski > grecki
stratifierπαράγοντας στρωματοποίησης 
angielski > grecki
Streaming nowΜεταδίδεται τώρα 
angielski > grecki
tax statementδήλωση καταβληθέντων φόρων 
angielski > grecki
through the contextualization of global consequencesμέσω της τοποθέτησης ... στο συγκεκριμένο συγκείμενο/πλαίσιο... / μέσω της συγκειμενοποίησης... 
angielski > grecki
tiered entityπολυεπίπεδη οντότητα/πολυεπίπεδο οργανωτικό σχήμα 
angielski > grecki
tone from the topηγούμαι / ηγείσθαι διά του παραδείγματος, δίνω τον τόνο εκ των άνω 
angielski > grecki
trade creepσταδιακή / υφέρπουσα επίδραση της εμπορικής πολιτικής 
angielski > grecki
trial by discussionη βάσανος της δημόσιας συζήτησης 
angielski > grecki
underclassκατώτερη τάξη 
angielski > grecki
undeserving poorανάξιοι φτωχοί 
angielski > grecki
Unit Level Instruction System (ULIS)Σύστημα Εκπαίδευσης Επιπέδου Μονάδας 
angielski > grecki
upstream approachμια προσέγγιση πιο κοντά στη ρίζα του προβλήματος 
angielski > grecki
viscous democracyιξώδης δημοκρατία 
angielski > grecki
Voters' Pamphlet[Ενημερωτικό] Φυλλάδιο για τους Ψηφοφόρους 
angielski > grecki
vulgate(μτφ.) ευαγγέλιο 
angielski > grecki
whether from the floor or the rostrumείτε από τη θέση τους είτε από το βήμα των ομιλητών 
angielski > grecki
WHO Global Health Workforce Network Gender Equity HubΚόμβος Έμφυλης Ισοτιμίας του Παγκόσμιου Δικτύου Εργατικού Δυναμικού στον Τομέα της Υγείας του ΠΟΥ 
angielski > grecki
works numberαριθμός εργαζομένου 
angielski > grecki
« Prev
All of ProZ.com
  • All of ProZ.com
  • Szukaj terminu
  • Praca
  • Forum
  • Multiple search